Κυριακή 29 Αυγούστου 2010

Απραγματοποίητα όνειρα

Στην πορεία της ζωής μας, κάνουμε όνειρα. Κάποια τα έχουμε από μικρά παιδιά, όταν μας ρωτούσαν «Τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;», και τα κρατήσαμε ζωντανά σε μια γωνιά του εαυτού μας, και άλλα γεννήθηκαν αργότερα, χωρίς να μπορούν πάντα να πραγματοποιηθούν. Έρχεται κάποτε η στιγμή που πρέπει να παραδεχτούμε ότι «είναι αργά πια» ή μήπως δεν είναι ποτέ αργά γι’ αυτά που πραγματικά θέλουμε; 



Τα συνήθη βήματα
Εκκίνηση 
Μεγαλώνουμε μαθαίνοντας να

ακολουθούμε στις σημαντικές αποφάσεις της ζωής μας τη λογική. Διδασκόμαστε να μην είμαστε παρορμητικοί, να μην αφήνουμε εφήμερες επιθυμίες να μας παρασύρουν, να ζυγίζουμε τα υπέρ και τα κατά, να υπολογίζουμε τις συνέπειες, να είμαστε ρεαλιστές, να μη ρισκάρουμε χωρίς λόγο, να μην ξεκινάμε κάτι αν δεν εξασφαλίσουμε τη μέγιστη δυνατή βεβαιότητα για το αποτέλεσμα. Όλα αυτά, βέβαια, είναι πολύ χρήσιμα και σωστά και μας βοηθούν πολύ όταν σχεδιάζουμε τα βήματα της ζωής μας. 
Παρέκκλιση Μέσα σε όλη αυτή τη λογική της σιγουριάς, της εξασφάλισης και της ελαχιστοποίησης του ρίσκου, όμως, δεν μπορεί παρά να διαλέξουμε και δρόμους που καμιά φορά παρεκκλίνουν πολύ από αυτά που επιθυμούμε, ονειρευόμαστε ή πιστεύουμε. 
Σύγχυση Φτάνει, λοιπόν, κάποια στιγμή -και όχι μόνο μία φορά- στη ζωή μας που κάνουμε μια στάση, ρίχνουμε μια κριτική ματιά σε ό,τι είμαστε και κάνουμε, και αναρωτιόμαστε: «Αυτό είναι, λοιπόν;». Συνειδητοποιούμε τότε με λύπη, παράπονο, θυμό, απογοήτευση, ή απλώς με μια μικρή δόση νοσταλγίας, ότι ίσως βρισκόμαστε κάπου αλλού από εκεί που είχαμε φανταστεί. Ή ότι κάποια πράγματα που θέλαμε πολύ έχουν γίνει πια πολύ μακρινά και απρόσιτα για εμάς. 

Μαρτυρία:
Η στιγμή της κρίσης 
Αυτό κατάλαβε και ο Πέτρος στα 35 του, όταν, χωρίς εμφανή αιτία, βυθίστηκε στην κατάθλιψη και αναγκάστηκε να κάνει έναν απολογισμό της ζωής του: «Εκ πρώτης όψεως, όλα έβαιναν λίαν καλώς. Είχα μια δουλειά που πολλοί θα ζήλευαν, έβγαζα αρκετά χρήματα, κι επιπλέον είχα μια καλή οικογενειακή ζωή. Κι όμως, ένιωθα από καιρό πως κάτι έλειπε, χωρίς να μπορώ να εντοπίσω τι ήταν αυτό. Η κατάθλιψη με ανάγκασε να «κόψω ταχύτητα» και να κάτσω να σκεφτώ. Τότε, εμφανίστηκαν στο προσκήνιο κάποιες επιθυμίες και όνειρα που είχα κάνει στο παρελθόν. Το όνειρό μου ήταν να σπουδάσω Αρχιτεκτονική, αλλά αυτό φαινόταν τότε σαν αποκοτιά, τη στιγμή που ο πατέρας μου είχε μια επιτυχημένη επιχείρηση με μέλλον και ήμουν μοναχοπαίδι. Έτσι, μπήκα στη δουλειά, έπεσα με τα μούτρα και προχώρησα πολύ. Η Aρχιτεκτονική έγινε κάτι που θυμόμουν σαν σε όνειρο. Εδώ και πολλά χρόνια, αν και όταν το ανέφερα, φαι νόμουν γραφικός ακόμη και στον ίδιο μου τον εαυτό. Κι όμως, στην πραγματικότητα δεν ξεχάστηκε ποτέ και ξαφνικά έπρεπε να δω τι θα κάνω μ’ αυτό». Το σκέφτηκα πολύ, ξεκίνησα σχέδιο σε μια ιδιωτική σχολή και άρχισα να νιώθω ότι ξαναζωντανεύει ένα κομμάτι του πραγματικού μου ευατού…». 

«Μήπως τρελαίνομαι;» Τέτοιες στιγμές σύγχυσης και αμηχανίας σε σχέση με κάποια όνειρα ή ιδανικά που φαίνονται ξεπερασμένα ή ιδέες και επιθυμίες που μοιάζουν ουτοπικές βιώνουν οι περισσότεροι άνθρωποι, λιγότερο ή περισσότερο έντονα. Αισθανόμαστε ανικανο ποίητοι και δεκάδες αγωνιώδη ερωτήματα αναδύονται από μέσα μας: «Πόσο ευτυχισμένος/η είμαι με τη ζωή μου;», «Από πού ήρθε τώρα αυτό;», «Μήπως αρχίζω να τρελαίνομαι;», «Να τα τινάξω όλα στον αέρα;», «Τελικά το θέλω πραγματικά ή έχω απλώς κολλήσει;» «Κι αν είναι μόνο μια φαντασίωση χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο;». Από την άλλη, όσο πιο πιεστικά γίνονται τα ερωτήματα αυτά, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούμε ότι αυτή η ζωή είναι η μόνη που έχουμε και όχι μια prova generale μιας άλλης, καλύτερης ζωής που πρόκειται να έρθει. 

Όνειρο ή... βάρος; Ως εκ τούτου, το δίλημμα είναι μεγάλο και η αγωνία συχνά ανυπόφορη. Το πιο δύσκολο από όλα είναι ότι πρέπει να αφήσουμε μια κατάσταση οικεία και συνήθως βολική για κάτι άγνωστο και απρόβλεπτο. Ακόμη κι αν είμαστε εντελώς δυσαρεστημένοι με τη δουλειά, το γάμο, τη γενικότερη τροπή που έχει πάρει η ζωή μας, δεν παύουμε να αισθανόμαστε ασφαλείς μέσα στο γνώριμο πλαίσιο που αυτά μας παρέχουν. Το «άλλο» αντίθετα, το όνειρο, το ιδανικό, η ιδέα, δεν έχει συνήθως καμία σχέση με την πραγματικότητά μας. Κάθε άλλο μάλιστα: Είναι συχνά αόριστο, υπερεκτιμημένο και τόσο εξιδα νικευμένο, που φοβόμαστε να το πλησιά σουμε. Αυτός είναι και ο λόγος που κάτι τέτοιο μπορεί να μετατραπεί από όνειρο που δίνει φτε ρά σε φορτίο που μας παραλύει. 

Μαρτυρία:
Σπάζοντας τη «φούσκα» 
Κάτι τέτοιο συνέβη στο Μιχάλη: «Εμένα το απωθημένο μου ήταν η μουσική. Είχα μάθει μόνος μου να παίζω πιάνο, είχα ριχτεί για 4-5 χρόνια στο τέλος της εφηβείας μου με πάθος σ’ αυτό, αλλά μετά, όταν ήρθε η ώρα των μεγάλων αποφά σεων, τα παράτησα, έκανα διάφορες δουλειές, έμπλεξα με άλλα πράγματα τελοσπάντων. Και όσο απομακρυνόμουν απ’ αυτό, τόσο το εξιδανίκευα μέσα μου κι έλεγα ότι το πιάνο είναι κάτι που πρέ πει να του αφιερωθείς και, αν το κάνεις, πρέπει να αφήσεις όλα τ’ άλλα: «Ή μόνο μουσική ή καθόλου», έλεγα. Πέρασαν 16 χρόνια χωρίς να το αγγίξω, και κάθε φορά που άκουγα μουσική, έφτυνα τον εαυτό μου, ένιωθα άχρηστος. Η γυναίκα μου έβλεπε πόσο βασανιζόμουν και με παρακαλούσε να παίξω, αλλά τίποτα. Η κρίσιμη στιγμή ήρθε όταν άρχισε να παίζει πιάνο η κόρη μου. Τότε πια φάνηκε καθαρά ότι είχα φτιάξει μέσα μου μια «φούσκα», με πολύ βάρος όμως. Στην ουσία, αυτό που δεν ήθελα να αντιμετωπίσω ήταν το να παίζω πιάνο για την ευχαρίστησή μου και μόνο, χωρίς να έχω γίνει ο μεγάλος τζαζ πιανίστας που κάποτε ονειρευόμουν. Δεν μπορείς να φανταστείς τι ανακούφιση ήταν που άφησα πίσω μου αυτή τη φαντασίωση». 
H σημασία της φαντασίωσης Φαίνεται πως συχνά το ουσιώδες ερώτημα δεν είναι αν είναι αργά ή όχι για να πραγματοποιήσουμε μια φαντασίωση, αλλά τι σημαίνει για εμάς αυτή η φαντασίωση. Είναι το καταφύγιο ή το άλλοθι που μας βοηθά να αντέχουμε τη δύσκολη πραγματικότητα της ζωής μας; Είναι απομεινάρι από έναν εαυτό ξεχασμένο; Είναι μια επιθυμία ζωντανή, που νιώθουμε ότι χρωστάμε στον εαυτό μας να πραγματοποιήσουμε; Είναι κάτι που έχουμε μυθοποιήσει, επειδή όλα όσα κάνουμε δεν μας ικανοποιούν; Για να το βρούμε, πρέπει να κάνουμε μια ενδοσκόπηση και να σκύψουμε με λίγο περισσότερη προσοχή πάνω από τη ζωή μας και τον εαυτό μας. 

Το ουσιώδες ερώτημα είναι τι σημαίνει για εμάς η φαντασίωσή μας 

Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία... Όταν έρχεται η στιγμή που νοσταλγούμε, μετανιώνουμε, λυπόμαστε ή λαχταράμε κάτι που φαίνεται δύσκολο, τότε καλούμαστε να καταλάβουμε τι θέλουμε πραγματικά και τι μας ωθεί ή μας εμποδίζει να το ακολουθήσουμε. Για να γίνει αυτό, χρειάζεται σίγουρα δύναμη, ηρεμία, θάρρος. Ιδιότητες που έχουμε όλοι μέσα μας, αλλά συνήθως δεν συνειδητοποιούμε παρά μόνο όταν έρθουμε αντιμέτωποι με τέτοια όνειρα και επιθυμίες. Αυτή είναι και η συνεισφορά τους στη ζωή μας: Ότι μας αναγκάζουν να βγούμε από την κάπως νεφελώδη κατάσταση της ανασφάλειας, της βολής, του φόβου και των ενδοιασμών και να ψηλαφίσουμε καλύτερα τα όρια του εαυτού μας. Το αποτέλεσμα δεν είναι πάντα η πραγματοποίηση του ονείρου. Είναι, όμως, η επίγνωση του ποιοι είμαστε και πού βρισκόμαστε, τι ξέρουμε, τι μπορούμε, ποιους αγαπάμε και ποιοι μας αγαπούν. 

Δίνοντας στο όνειρο σάρκα και οστά Αν τελικά αυτή η αναζήτηση δείξει πως το όνειρό μας εξακολουθεί να είναι επίκαιρο και δελεαστικό και θέλουμε ακόμη να το ακολουθήσουμε, τότε κάποια πρακτικά βήματα θα κάνουν πιο πιθανή και πιο εύκολη την πραγματοποίησή του. Το κυριότερο είναι ότι κάτι που υπήρχε μόνο μέσα στο μυαλό μας, σαν ιδέα και φαντασίωση, πρέπει να πάρει πραγματικές διαστάσεις. Εκτός από οραματιστές, πρέπει λοιπόν να γίνουμε και ορθολογιστές. Σκεφτείτε: 
 Η πραγματοποίηση κάθε σχε δίου δεν γίνεται ποτέ με τη μία. Είναι απαραίτητο να σκεφτούμε μικρά βήματα και να προχωρήσουμε σταδιακά στην πραγματοποίησή τους. 
 Δύο μυαλά σκέφτονται συνήθως πιο καθαρά από ένα. Ακόμη κι αν σκοπεύουμε να προχωρήσουμε μόνοι, μπορεί να είναι πολύ αποδοτική μια συζήτηση με κάποιον που εμπιστευόμαστε και που έχει κάποια γνώση του θέματος, είτε αυτός είναι φίλος είτε ειδικός. 
 Η αλλαγή από μια κατάσταση σε μια άλλη έχει συνήθως μια μεταβατική περίοδο κατά την οποία δεν είμαστε ούτε εδώ ούτε εκεί. Όσο πιο καλά έχουμε σχεδιάσει και προνοήσει γι’ αυτή την περίοδο, τόσο πιο ομαλά θα βιώσουμε την αλλαγή, και εμείς αλλά και οι άνθρωποι γύρω μας. 




«Είναι αργά πια για...;»

Το κρίσιμο αυτό ερώτημα δεν μας τίθεται μόνο σε προχωρημένη ηλικία. Τέτοιες φάσεις αμφισβήτησης και «επαναπροσδιορισμού των στόχων» περνάμε -με διαφορετικό τρόπο- σε διάφορα στάδια της ζωής μας. Η πρώτη μπορεί να είναι στην εφηβεία, όταν καλούμαστε να διαλέξουμε προσανατολισμό, αργότερα κατά τη διάρκεια ή μετά το τέλος των σπουδών, αν διαπιστώσουμε ότι αυτό που επιλέξαμε δεν μας αντιπροσωπεύει καθόλου ή όταν αποφασίσουμε να ζήσουμε με κάποιον που πιστεύουμε ότι αγαπάμε. Όσο κι αν φαίνεται πιο δύσκολο να πάρουμε ρηξικέλευθες αποφάσεις όταν έχουν περάσει τα χρόνια και οι συνθήκες της ζωής μας είναι πιο παγιωμένες, μια αλλαγή πορείας είναι πάντα δύσκολη και σχετίζεται περισσότερο με την ευελιξία που είμαστε σε θέση να δείξουμε παρά με την ηλικία. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου