Το δέχονται όλο και περισσότεροι ότι το πρόβλημα είναι δικό μας και όχι εισαγόμενο, επίσης ότι είναι βασικά πολιτικό και λιγότερο οικονομικό. Οσο περνάει ο καιρός φαίνεται κάτι ακόμη, ότι είναι περισσότερο πρόβλημα προσώπων και λιγότερο αντιλήψεων και πρακτικών ή, διαφορετικά, ότι οι πρωταγωνιστές καθορίζουν την πορεία των πραγμάτων ανάλογα με αυτό που είναι και, μετά, ανάλογα με αυτό που πιστεύουν.
Υπάρχει γύρω μας ένας πολιτικός αρχηγός που να έχει ταυτόχρονα ηγετικό χάρισμα, μεγάλες διαχειριστικές ικανότητες, διορατικότητα και βάθος πολιτικής σκέψης, ήθος και αίσθημα εθνικής ευθύνης, συναισθηματική συγκρότηση και ψυχική σταθερότητα; Υπάρχουν βουλευτές και υπουργοί με αίσθημα ιστορικού καθήκοντος, αφοσιωμένοι στο κοινό καλό και αδιάφοροι για τις πρόσκαιρες εντυπώσεις; Υπάρχει κάτι άλλο πέρα από τη διατήρηση της έδρας και την επαγγελματική συνέχεια που να επηρεάζει τις επιλογές και τις αποφάσεις τους;
Αρκεί να παρακολουθήσει κανείς μια συζήτηση στο κοινοβούλιο, ένα τηλεοπτικό πάνελ και τον χαρτοπόλεμο ανακοινώσεων μεταξύ των αντίπαλων κομμάτων για να βεβαιωθεί ότι το επίπεδο είναι πολύ χαμηλό και η τάση είναι διαρκώς καθοδική. Γραφικότητες, ακρότητες, παραλογισμοί, χυδαιότητες και αθλιότητες από τη μια, βερμπαλισμοί, κενολογία, ακατέργαστος λαϊκισμός και επεξεργασμένος λαϊκισμός από την άλλη.
Αυτοί που κρατάνε τις τύχες μας στα χέρια τους έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό, ανεξάρτητα από ιδεολογική ταυτότητα και κομματική ένταξη: Δημαγωγούν ασύστολα και κινούνται με γνώμονα το πολιτικό κόστος, διαμορφώνουν δηλαδή τη στρατηγική τους στη βάση βραχυπρόθεσμων επιδιώξεων και υπηρετώντας το ατομικό/κομματικό, όχι το δημόσιο, συμφέρον.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων ενδιαφέρονται πρωτίστως για την επικοινωνία μιντιακής κατανάλωσης και λιγότερο για την ουσία, το ερώτημα που μπαίνει στην αρχή είναι “πώς θα παίξει” η κάθε δήλωση/πρωτοβουλία και ύστερα ή ποτέ εξετάζεται το νόημα και η σημασία της.
Η ποιότητα του πολιτικού προσωπικού σαφώς και συνδέεται με τον τρόπο ένταξης στο κομματικό σύστημα. Πρέπει κανείς να έχει οπωσδήποτε χρήματα ή χορηγό, να αλεστεί στον κομματικό σωλήνα ή, διαφορετικά, να βρεθεί στην αυλή κάποιου αρχηγού ή ηγετικού στελέχους που θα του δώσει την ευκαιρία του. Πολύ δύσκολα μπορεί κανείς να ασκεί ένα απαιτητικό επάγγελμα και ταυτόχρονα να πολιτεύεται αφού η κομματική ίντριγκα είναι εξαιρετικά χρονοβόρα. Αξιόλογοι και ικανοί άνθρωποι με ενδιαφέρον για τα κοινά ούτε που διανοούνται να κατέβουν -στην κυριολεξία!- στην πολιτική γνωρίζοντας ότι αυτό προϋποθέτει μάχες στα λασπόνερα και επικίνδυνα χτυπήματα. Αλλοι δεν το αντέχουν, άλλοι έχουν πολλά να χάσουν για να πάρουν ένα τέτοιο ρίσκο, άλλοι απλώς δεν προλαβαίνουν ή θεωρούν πως δεν αξίζει τον κόπο. Το αποτέλεσμα είναι ότι το ίδιο σύστημα αναπαράγεται και εξασφαλίζει τη μακροημέρευσή του, όπως επίσης τη συντήρηση των δομών και των κανόνων που ισχύουν στη δημόσια σφαίρα.
Οι διαγκωνισμοί και οι ανταγωνισμοί είναι σκληροί, το δόγμα «ο θάνατός σου η ζωή μου» κυριαρχεί, ποια συντροφικότητα και ποια αλληλεγγύη, ο ένας πατάει πάνω στον άλλο για να τον παραβγεί και όλοι ψάχνουν πρόσβαση στον αρχηγό και μετά στον επόμενο αρχηγό, αλλάζοντας βάρκα όποτε χρειαστεί, αλλάζοντας και μάσκα.
Το ερώτημα είναι πώς μπορεί αυτό να αλλάξει, πώς μπορεί να εμφανιστεί ένας νέος πολιτικός κόσμος που θα σκέφτεται αλλιώς, θα συμπεριφέρεται αλλιώς, και θα επικρατήσει του παλιού, ανατρέποντας την κατεστημένη νοοτροπία. Η εποχή ευνοεί -σε πρώτο επίπεδο- το νέο και αυτό το χαρτί έπαιξε το Ποτάμι με το σύνθημα «πολιτική χωρίς κομματικό παρελθόν». Αλλά, προφανώς, τα συνθήματα και οι επικοινωνιακές καινοτομίες δεν αρκούν για να πείσουν ότι έχουμε να κάνουμε με νέα πολιτική και όχι με κάτι νέο που μοιάζει με πολιτική - αλλά δεν είναι.
Ο κίνδυνος διαγράφεται: Να βρεθούμε με νέους πολιτικούς που απλώς δεν έχουν δώσει μέχρι τώρα δείγματα γραφής στις δημόσιες υποθέσεις, χωρίς αυτό να έχει κάποια θετική αξιακή φόρτιση. Ή να βρεθούμε με νέους πολιτικούς που είναι ίδιοι, ακόμη και χειρότεροι, από τους παλιούς. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι επιπτώσεις θα είναι δραματικές γιατί θα «καεί» και η ιδέα του νέου, χωρίς να υπάρχει κάτι άλλο για να ελπίσει κανείς.
Η λύση προϋποθέτει ίσως ότι η πολιτική θα προηγηθεί των προσώπων, θα περάσουμε δηλαδή από το «ποιοι μιλάνε» στο «τι λένε» και πάλι πίσω. Για να καταλήξουμε, και θα είναι πια μια θεαματική εξέλιξη για τα δεδομένα μας, στο «γιατί το λένε». Για τον εαυτό τους ή για εμάς και άρα για σένα.
via
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου