Τα επαγγέλματα υγείας κάνουν ένα σοβαρό λάθος, όταν αντιμετωπίζουν τις ψυχικές ασθένειες ως «διακριτές συνθήκες του εγκεφάλου που σε ένα μεγάλο βαθμό καθορίζονται από γενετικούς παράγοντες και επηρεάζονται ελάχιστα από συνθήκες δυστυχίας», γράφει ο κλινικός ψυχολόγος και ερευνητής Richard Bentall.
«Σύμφωνα με την άποψη αυτή», συνεχίζει ο Bentall, «οι ψυχιατρικές καταστάσεις εκδηλώνονται σε μεγάλο βαθμό σε άτομα που είναι γενετικά ευάλωτα από το πουθενά, είναι ανεξέλεγκτες και διά βίου συνθήκες και η μόνη κατάλληλη απάντηση είναι να βρούμε τη σωστή φαρμακευτική αγωγή. Αυτή η προσέγγιση δεν υποστηρίζεται από πρόσφατες έρευνες, οι οποίες παραθέτουν μια πιο σύνθετη ιστορία».
Οι πρόσφατες μελέτες έχουν στρέψει τη προσοχή τους σε ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραγόντων που αυξάνουν τον κίνδυνο της κακής ψυχικής υγείας. Αυτές περιλαμβάνουν:
τη φτώχεια στην παιδική ηλικία
την κοινωνική ανισότητα
την πρώιμη έκθεση σε αστικά περιβάλλοντα
τη μετανάστευση και το ανήκειν σε μια εθνοτική μειονότητα (όλα τείνοντας προς τη λάθος κατεύθυνση)
τον πρώιμο χωρισμό από τους γονείς
την παιδική σεξουαλική, σωματική και συναισθηματική κακοποίηση
τον εκφοβισμό στα σχολεία
Σε μια ανάλυση όλων των ερευνών για το παιδικό τραύμα και την ψύχωση, ο Bentall και οι συνάδελφοί του βρήκαν ότι, η έκθεση του παιδιού σε οποιαδήποτε από αυτές τις αντιξοότητες της παιδικής ηλικίας, αυξάνει τον κίνδυνο ψύχωσης περίπου τρεις φορές και εκείνα που είχαν πολλαπλές τραυματικές εμπειρίες βρίσκονταν σε πολύ υψηλότερο κίνδυνο.
Στην πραγματικότητα, η απόδειξη της σχέσης μεταξύ της κακοποίησης στην παιδική ηλικία και της μελλοντικής ψυχιατρικής διαταραχής είναι περίπου τόσο στατιστικά ισχυρή όσο ο σύνδεσμος μεταξύ του καρκίνου του πνεύμονα και του καπνίσματος.
Επίσης, υπάρχουν πλέον ισχυρές ενδείξεις ότι αυτά τα είδη των εμπειριών επηρεάζουν τη δομή του εγκεφάλου, που εξηγεί πολλά από τα παθολογικά ευρήματα νευρο-απεικόνισης που έχουν αναφερθεί σε ψυχιατρικούς ασθενείς.
Και φυσικά υπάρχουν πολλές αντιξοότητες στην ενήλικη ζωή που συμβάλλουν επίσης στην κακή ψυχική υγεία, συμπεριλαμβανομένου του χρέους, των δυστυχισμένων γάμων, των υπερβολικά απαιτητικών περιβάλλοντων εργασίας και την απειλή της ανεργίας.
Αναμφισβήτητα η μεγαλύτερη αιτία της ανθρώπινης δυστυχίας είναι οι πολύ άσχημες σχέσεις με άλλους ανθρώπους, κάτω από άθλιες συνθήκες.
Γιατί είναι αυτό σημαντικό; Πρώτα απ’ όλα, πολλοί ψυχιατρικοί ασθενείς πιστεύουν ότι οι υπηρεσίες συχνά αγνοούν τις ιστορίες της ζωής τους.
Σύμφωνα με τα λόγια της Eleanor Longden, μιας ακτιβίστριας ψυχικής υγείας: «Πάντα ρωτούν τι έχεις και σχεδόν ποτέ δεν ρωτούν τι σου συνέβη».
Στους ασθενείς συνήθως προσφέρονται ισχυρά φάρμακα (τα οποία έχουν σαφώς μια θέση, αλλά βοηθούν μόνο ορισμένους ασθενείς), αλλά πολύ σπάνια τα είδη των ψυχολογικών θεραπειών που μπορεί να τους βοηθήσουν έρχονται σε συμφωνία με αυτά τα είδη των εμπειριών ή ακόμη και πρακτικές συμβουλές (για παράδειγμα, η παροχή συμβουλευτικής για χρέη πιθανώς να έχει μια θέση στη θεραπεία της κατάθλιψης).
Η απόλυτη ιατρική προσέγγιση υπήρξε εξαιρετικά ανεπιτυχής, παρά τα όσα υποθέτουν πολλοί άνθρωποι.
Εκτιμώντας ότι τα ποσοστά επιβίωσης και αποκατάστασης για σοβαρές σωματικές παθήσεις, όπως ο καρκίνος και οι καρδιοπάθειες έχουν βελτιωθεί δραματικά από το Β’ παγκόσμιο πόλεμο, τα ποσοστά ανάρρωσης από σοβαρές ψυχικές ασθένειες δεν έχουν αλλάξει καθόλου.
Το παράδοξο: οι χώρες που ξοδεύουν λιγότερα χρήματα σε ψυχιατρικές υπηρεσίες έχουν τα καλύτερα αποτελέσματα στις σοβαρές ψυχικές ασθένειες, ενώ εκείνες που ξοδεύουν τα περισσότερα έχουν τα υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών.
Τέλος, μια στενή βιοϊατρική προσέγγιση αγνοεί εντελώς τη διάσταση της δημόσιας υγείας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία των μελετών, θα πρέπει να είμαστε σε θέση να μειώσουμε δραματικά την επικράτηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας, για παράδειγμα, την αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας και της ανισότητας, υπολογίζοντας ποιες πτυχές του αστικού περιβάλλοντος είναι ανθυγιεινές (όπως είναι αναμενόμενο, η διαβίωση κοντά σε ένα πάρκο φαίνεται να παρέχει κάποια προστασία κατά της ψυχικής ασθένειας) και με στόχο να εξασφαλιστεί ότι όλα τα παιδιά μας θα βιώσουν μία φυσιολογική παιδική ηλικία.
Ορισμένες δυνητικές επιδράσεις στην ψυχική υγεία (π.χ. ο τρόπος που οργανώνουμε τα σχολεία μας) έχουν μελετηθεί ελάχιστα.
Δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν ψυχικά υγιέστερο κόσμο, αν ξοδεύουμε όλο το χρόνο μας κοιτάζοντας μέσα σε πειραματικούς σωλήνες.
Πηγή: psychologynow.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου